χαμαικέρασος

χαμαικέρασος
χαμαικέρασος
dwarf cherry
masc nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • χαμαικέρασος — ο, η, ΝΑ (λόγ. τ.) η χαμοκερασιά. [ΕΤΥΜΟΛ. < χαμ(αι) * + κέρασος] …   Dictionary of Greek

  • χαμαικέρασον — χαμαικέρασος dwarf cherry masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Prunus fruticosa — European dwarf cherry P. fruticosa flowers Scientific classification Kingdom: P …   Wikipedia

  • χαμ(αι)- — α συνθετικό πολλών λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, το οποίο ανάγεται στο επίρρημα χαμαί* και δηλώνει ότι κάτι υπάρχει, βρίσκεται ή γίνεται κάτω, στο έδαφος, καταγής, χαμηλά (πρβλ. χαμαι βάμων, χαμ ερπής), χρησιμοποιήθηκε, όμως, και… …   Dictionary of Greek

  • χαμαικεράσιον — τὸ, Α [χαμαικέρασος] το χαμοκέρασο …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”